ΑΝΑΦΟΡΑ ΣΤΙΣ ΟΔΥΝΗΡΕΣ ΘΥΣΙΕΣ ΤΟΥ ΛΑΟΥ 2009-2024

(14 Οκτωβρίου, ώρα 19.00,στο κέντρο νεότητας του Χαλανδρίου, κοντα στον σταθμό μετρό Αγίας Παρασκευής)
Η ομιλία μου περιλαμβάνει 2 κύρια Μέρη: 1) Οι αλήθειες γύρω από τα Μνημόνια και 2) Οι συνέπειες.
Ι. ΑΛΗΘΕΙΕΣ ΓΥΡΩ ΑΠΟ ΤΑ ΜΝΗΜΟΝΙΑ
Τα Μνημόνια ήρθαν να σώσουν την οικονομία μας, που άλλως θα κατέρρεε. Ας αναφέρω, ορισμένες συντριπτικές διαχρονικές συγκρίσεις και εξελίξεις: Το 2009, όταν ξέσπασε η κρίση, το χρέος της Ελλάδας ανέρχονταν σε 270 δις.Ε, ενώ σήμερα υπολογίζεται σε 407 δις.Ε. Ως ποσοστό στο ΑΕΠ, το χρέος τότε ήταν 126%, ενώ σήμερα, μετά από 15 χρόνια σωτήριων, υποτίθεται, μέτρων εκτιμάται στο 167%. Η σημαντική, εξάλλου πτώση του ποσοστού του, στο ΑΕΠ, τα τελευταία χρόνια, οφείλεται σε μεγάλο βαθμό, στον πληθωρισμό. Εύλογη, συνεπώς, η απορία, για το πώς, το 2009, το ελληνικό χρέος θεωρήθηκε καταστρεπτικό, και δικαιολόγησε την επιστράτευση, για πρώτη φορά στην Ευρώπη, του ΔΝΤ και, βέβαια, της ΕΕ, ενώ έκτοτε, σοβαρά διογκωμένο, εκλαμβάνεται ωστόσο ως βιώσιμο.
Να υπενθυμίσω, ακόμη, ότι η ΕΕ δεν ήταν λογικό να φοβάται ότι κινδύνευε από το χρέος της Ελλάδας, το οποίο μέσα στο συνολικό του ευρωπαϊκού Νότου, που έφτανε στα 2.2 τρις. Ευρώ, ήταν απολύτως αντιμετωπίσιμο. Αλλά ούτε και το ευρώ κινδύνευε καταρχήν από την Ελλάδα, δεδομένου ότι το χρέος της που ανέρχονταν στο 126% του ΑΕΠ το 2009, εθεωρείτο απολύτως βιώσιμο με βάση την επικρατούσα σχετική βιβλιογραφία. Αλλά, πως και με τη συνδρομή τι μορφής αλχημείες μπορεί να εκληφθεί ως αντιμετωπίσιμο, σήμερα που ανέρχεται στο 167% του ΑΕΠ της; Επιπλέον, στην ελληνική περίπτωση, δεν έγινε σεβαστός ένας απαράβατος κανόνας. Ότι, δηλαδή, χρέος, για να θεωρηθεί ως βιώσιμο, απαιτείται ο ρυθμός ανάπτυξης της συγκεκριμένης οικονομίας να υπερβαίνει το ρυθμό αύξησης του χρέους. Ο κανόνας αυτός δεν έγινε σεβαστός στην ελληνική περίπτωση, παρότι ζητούσε συνεχώς την υλοποίησή του η Γαλλία. Γι αυτό, και μάτωσε, και εξακολουθεί να ματώνει ο ελληνικός λαός για να το εξυπηρετήσει.
Από το 2009, λοιπόν, και μέχρι σήμερα, τίθεται αμείλικτο το ερώτημα, του γιατί η ΕΕ μεταχειρίστηκε με τέτοια σκληρότητα το πιο αδύναμο μέλος της, την Ελλάδα; Η απάντηση που φαίνεται να έχει επικρατήσει, ως εξήγηση, για τις δραματικές συνέπειες που υπέστη και που υφίσταται η χώρα μας, είναι ότι η ΕΕ καταλήφθηκε από πανικό, μήπως και οι γερμανό γαλλικές τράπεζες χρεοκοπήσουν επειδή διέθεταν μεγάλη ποσότητα ελληνικών χαρτιών. Και ενώ αυτό το χρέος, και αυτό το έλλειμμα, θα μπορούσαν να αντιμετωπιστούν με κάποιο δάνειο, σε συνδυασμό και με μέτρα ανάπτυξης, κατέληξαν ωστόσο στη δουλοποίηση ενός ολόκληρου λαού, στην υφαρπαγή της δημόσιας περιουσίας του, στη φτωχοποίηση του και στην απόλυτη καταστροφή του.
Το ερώτημα, βέβαια, είναι το γιατί και το πώς δεν αντιδράσαμε ως λαός, και το πώς η μία μετά την άλλη, έκτοτε, οι κυβερνήσεις δεν είχαν αντίρρηση να υπογράφουν αυτού του περιεχομένου τα Μνημόνια.
Μια γενικευμένη απάντηση, στο καυτό αυτό ερώτημα απορρέει από το εξαιρετικό βιβλίο
της Ναόμι Κλάιν, «Το δόγμα του σοκ». Μέσα από τις σελίδες του αναφέρεται στις μεθοδεύσεις που επιβάλλονται σε λαούς, όταν επιχειρείται η επιβολή σκληρών και αδικαιολόγητων μέτρων. Να θυμηθούμε, λοιπόν, πως παρουσίαζε τους Έλληνες μερίδα του γερμανικού Τύπου, πριν από την υπογραφή των Μνημονίων. Ως λαό ανεύθυνο, που ζει πλουσιοπάροχα σε βάρος άλλων, που
είναι τεμπέλης και επιδίδεται από το πρωί σε ουζοποσία, και για τους λόγους αυτούς πρέπει να τύχει παραδειγματικής τιμωρίας.
Στη σκιά αυτού του αφηγήματος, είναι λίγο-πολύ γνωστή η συνέχεια της υπογραφής των τριών Μνημονίων με περιεχόμενο, όχι απλώς εξευτελιστικό για ευρωπαϊκή χώρα του 21ου αιώνα, όχι απλώς εγκληματικό, για τις συνθήκες εξαθλίωσης που επέβαλε, όχι απλώς μακροχρόνια καταστρεπτικό για την επιβίωση της ελληνικής οικονομίας, αλλά και ληστρικό για το σύνολο σχεδόν του δημόσιου πλούτου μας. Ο Μπαράκ Ομπάμα αποκαλύπτει, σχετικά με την επιχείρηση αυτή του δόγματος σοκ, στα απομνημονεύματά του «Η Γη της Επαγγελίας» πώς μας περιέπαιζε ο Σόιμπλε (δηλαδή, όσους από εμάς ήταν πρόθυμοι να ξεγελαστούν) τρομοκρατώντας μας, ανάμεσα και σε άλλα, και με grexit. Η αλήθεια είναι ότι αν το τολμούσαμε (που ενδεχομένως εμείς θα είχαμε σωθεί) οι γαλλογερμανικές τράπεζές θα έχαναν γύρω στο 1 τρις Ε. Γράφει, ακόμη, και μεταξύ άλλων ο Ομπάμα: «Παρατήρησα πως σπάνια ανέφεραν ότι οι γερμανικές και οι γαλλικές τράπεζες ήταν από τους μεγαλύτερους δανειστές της Ελλάδας ή ότι μεγάλο μέρος του χρέους των Ελλήνων είχε συσσωρευτεί αγοράζοντας γερμανικές και γαλλικές μετοχές που θα μπορούσαν να έχουν καταστήσει σαφές στους ψηφοφόρους τους γιατί διασώζουν τους Έλληνες».
Το τι πίστευαν οι κυβερνήτες μας όλων αυτών των ετών, καθώς ό ένας μετά τον άλλον, υπέγραφαν καταδικαστικές αποφάσεις για την πατρίδα τους είναι, τελικώς, αρκετά αδιευκρίνιστο. Είχαν άραγε πειστεί για τις αγαθές προθέσεις του κυρίου Σόιμπλε; Δεν είχαν χρόνο να διαβάσουν τα μνημόνια ή δεν ήταν σε θέση να αντιληφθούν το νόημά τους; Ύστερα από ένα οριακό σημείο έκριναν ότι δεν υπήρχε οδός επιστροφής; Κάποιοι τους τρομοκρατούσαν και δεν είχαν άλλη διέξοδο; Αυτές και άλλες ερμηνείες είναι πιθανές, και βέβαια εξηγούν την αλυσίδα αλληλεγγύης μεταξύ τους. Όπως αυτή επιβεβαιώθηκε και πρόσφατα στο συνέδριο της Καθημερινής για τα 50 χρόνια της Μεταπολίτευσης, όπου η συζήτηση περιστράφηκε γύρω από τα περί «ανέμων και υδάτων», αλλά ούτε λέξη για τα Μνημόνια και τις ευθύνες όσων τα υπέγραψαν.
Εξυπακούεται ότι εφόσον η Ελλάδα είχε χρέος, και αρκετά σημαντικό, ήταν απολύτως δικαιολογημένη η ύπαρξη Μνημονίων. Η σχετική, συνεπώς, κριτική αφορά σε τρεις εθνικά αυτοκτονικές συμπεριφορές, που συνδέονται με τις ασυγχώρητες δεσμεύσεις και παραχωρήσεις, που υπέγραψαν στο κρίσιμο αυτό διάστημα οι Έλληνες αρμόδιοι. Πρόκειται για τις ασυγχώρητες δεσμεύσεις και παραχωρήσεις :
Πρώτον, για την παραίτηση από συμψηφισμό χρεών, παρότι ήταν γνωστό ότι η Γερμανία μας χρωστά από την κατοχή, ποσό που υπερέβαινε κατά πολύ το δικό μας χρέος και που ήδη εκτιμάται σε 3 τρις Ε.
Δεύτερον, για το ξεπούλημα της δημόσιας περιουσίας.
Τρίτον, για την αποδοχή θανατηφόρου βαθμού λιτότητας, που απέκλειε εκ προοιμίου τη δυνατότητα ανάπτυξης, όπως άλλωστε και συνέβη, και που εξαθλίωσε τον ελληνικό λαό.
Τέταρτον, για την αποδοχή του αγγλικού δικαίου, προκειμένου να κρίνει ενδεχόμενη διαφορά ανάμεσα στην Ελλάδα και στους πιστωτές της.
Πέμπτον, για τη συναίνεση σχετικά με την αργοπορία του κουρέματος του χρέους (επειδή το ζήτησαν οι πιστωτές, για να μη κινδυνεύσουν οι γερμανικές και γαλλικές τράπεζες). Η αργοπορία αυτή, όπως είναι γνωστό, υπήρξε καταστρεπτική για τα δικά μας κοινωνικά ταμεία.
Έκτον, το 2015 δόθηκε η δυνατότητα στον ελληνικό λαό, με δημοψήφισμα, να απαντήσει αν θα ήθελε να εξακολουθήσει το αυτοκτονικό καθεστώς, και απάντησε με συντριπτική πλειοψηφία ΟΧΙ, το οποίο ωστόσο πλαστογραφήθηκε σε ΝΑΙ.
ΙΙ. ΣΥΝΕΠΕΙΕΣ
Και έρχομαι στις συνέπειες:
Α) Γενικές οικονομικές
Η ανάπτυξη που κατά μέσο όρο για την επταετία πριν από την κρίση ήταν πάνω από 4% ετησίως, μετά το 2009 ήταν αρνητική. Μελέτη της Eurobank επιβεβαιώνει ότι το προ μνημονιακό ΑΕΠ μας, που υπέστη καταρχήν μείωση της τάξης του 27% εξαιτίας των εγκληματικού περιεχομένου Μνημονίων, δεν έχει ακόμη αγγίξει το επίπεδο του 2024. Δηλαδή, μέσα στα 15 τελευταία χρόνια, η χώρα είναι μονίμως και σημαντικά φτωχότερη σε σύγκριση με το 2009. Εξάλλου, σύμφωνα με εκτιμήσεις του ΔΝΤ και της ΕΛΣΤΑΤ το πραγματικό ΑΕΠ μας το 2024 θα είναι κατώτερο, κατά 15,6% σε σχέση με το 2007. Για να επιστρέψει η ελληνική οικονομία σε δεκατρία χρόνια από σήμερα στα προ κρίσης χρέους επίπεδα πραγματικού ΑΕΠ, (δηλαδή το 2037) θα πρέπει να μεγεθύνεται σταθερά με μέσο ετήσιο ρυθμό της τάξης του 2,2%. Όπως προκύπτει από την εξέλιξη των τελευταίων ετών, οι έστω και ασήμαντοι ρυθμοί μεγέθυνσης μας αδυνατούν να είναι συνεχείς, αλλά είναι απλώς περιπτωσιακοί. Και τούτο, διότι στα μεταμνημονιακά χρόνια η ελληνική οικονομία έχει υποστεί αποβιομηχάνιση, έχει συρρικνωθεί ο αγροτικός της τομέας, δεν έχουν γίνει οι απαραίτητες επενδύσεις συντήρησης του παραγωγικού της κεφαλαίου, βρίσκεται μονίμως σε καθεστώς σκληρής λιτότητας, έχει απολέσει χιλιάδες μορφωμένους νέους, που αποφάσισαν να βελτιώσουν την τύχη τους εκτός Ελλάδας, και έχει ξεπουλήσει το σύνολο σχεδόν της δημόσιας περιουσίας της. Οι αριθμοί είναι άκρως απογοητευτικοί, καθώς οι δαπάνες για επενδύσεις στη χώρα μας απέχουν 9 μονάδες από τον μέσο ευρωπαϊκό όρο, καθώς και η παραγωγικότητά μας, σύμφωνα με στοιχεία του ΚΕΠΕ, αντιπροσωπεύει μόνο το 55% του μέσου όρου της ευρωζώνης. Πώς, λοιπόν, μέσα σε αυτή την πραγματικότητα, να ονειρευτεί κανείς ανάπτυξη; Περιττό, συνεπώς, να υπογραμμισθεί ότι αν δεν γίνουν σημαντικές ανατροπές, που δυστυχώς δεν προβλέπονται, η ελληνική οικονομία δεν διαθέτει τις απαραίτητες δυνατότητες σταθερής και ισορροπημένης ανάπτυξης. Άλλωστε, η αδυναμία ανάπτυξης της οικονομίας, με τις δικές της δυνάμεις αντικατοπτρίζεται και μέσω της αγωνίας των αρμοδίων για την προσέλκυση ξένων κεφαλαίων. Τα οποία, δυστυχώς, και όταν εισρέουν, κατευθύνονται προς την εξαγορά δημόσιου πλούτου ή οικοπέδων και ακινήτων, χωρίς επιπλέον να προηγείται έλεγχος προέλευσης των εκάστοτε αγοραστών. Να σημειώσω ακόμη ότι η διαπίστωση της πραγματοποίησης, στην Ελλάδα, ρυθμού μεγέθυνσης υψηλότερου, κατά κάποια δέκατα της μονάδας, σε σύγκριση με άλλες χώρες, ουδόλως δικαιολογεί ενθουσιασμούς, γιατί είναι αναγκαστικά περιπτωσιακή, και συνεπώς καταδικασμένη να επιστρέψει γύρω στο 1%, (που δεν μπορεί να στηρίξει ανάπτυξη) και που προβλέπεται από το ΔΝΤ ως η μακροχρόνια εξέλιξη της ελληνικής οικονομίας. Αλλά, ακόμη και επειδή, όταν η βάση εκκίνησης είναι τόσο χαμηλή, όπως στην ελληνική περίπτωση, είναι εύκολο να επιτευχθούν σχετικά υψηλοί ρυθμοί μεγέθυνσης (που, ωστόσο, ουδέν σημαίνουν).
Β. Ροπή για κατανάλωση
Ο κυρίαρχος μοχλός ανάπτυξης στην Ελλάδα ήταν ανέκαθεν η κατανάλωση. Και ακριβώς,ένα από τα ανυπέρβλητα εμπόδια ανάπτυξης της χώρας μας είναι και η πολύ χαμηλή ροπή για κατανάλωση. Σύμφωνα με έρευνα του Ινστιτούτου LEVY η κατανάλωση είναι τώρα 14% χαμηλότερη, σε σύγκριση με την αντίστοιχη προ μνημονιακή. Επιπλέον, όπως αποκαλύπτει ο ΟΟΣΑ, οι μισθωτοί στην Ελλάδα έχουν απολέσει τον τελευταίο χρόνο, έναν ολόκληρο μισθό αγοραστικής δύναμης, εξαιτίας του πληθωρισμού (τον δεύτερο υψηλότερο στην Ευρώπη για τα είδη διατροφής). Στους παραπάνω λόγους ανεπαρκούς ζήτησης για κατανάλωση δεν θα πρέπει να λησμονείται ο μακροχρόνιος κυρίαρχος, δηλαδή το γεγονός ότι οι μισθωτοί στην πατρίδα μας έχουν τον χαμηλότερο ονομαστικό μισθό στην Ευρώπη, που επιπλέον υστερεί κατά 17% σε σύγκριση με το επίπεδο πριν από τα μνημόνια. Πριν από την εισβολή των μνημονίων ο μέσος ελληνικός μισθός αντιπροσώπευε το 86,4% του μέσου ευρωπαϊκού, ενώ το 2022, το 56,9% αντίστοιχα, και είναι ο χαμηλότερος στην Ευρωζώνη. Άλλωστε, σύμφωνα με την ίδια ανάλυση της Eurobank, διαμορφώνονται σήμερα οι μισθοί στην Ελλάδα, κατά 23,9% χαμηλότεροι σε σχέση με το ιστορικό υψηλό που είχε καταγραφεί το 2009, πριν φανούν οι επιπτώσεις της κρίσης χρέους,. Να σημειωθεί ότι σε επίπεδο πραγματικών μισθών, οι πρόσφατες αυξήσεις του κατώτατου μισθού δεν αναμένεται να έχουν επιφέρει βελτιώσεις, κυρίως εξαιτίας του πληθωρισμού και κυρίως της υψηλής τους επιβάρυνσης σε αγαθά πρώτης ανάγκης. Τα παραπάνω αρνητικά επιβεβαιώνονται από πρόσφατες έρευνες που διαπιστώνουν ότι η αγοραστική δύναμη των Ελλήνων εργαζομένων είναι η χαμηλότερη στην Ευρώπη, παρότι εργάζονται περισσότερες ώρες από το σύνολο των υπόλοιπων Ευρωπαίων. Συνεπώς, αναμενόμενη θα έπρεπε να είναι και η πρόσφατη διαπίστωση, ότι όσοι διαθέτουν αποταμιεύσεις (που πρόκειται για αποθησαυριση), αντλούν από αυτές τα απαραίτητα προς το ζην, ακυρώνοντας έτσι μελλοντικές δυνατότητες χρηματοδότησης νέων επενδύσεων. Να προσθέσω ότι η αύξηση των εξαγωγών θα μπορούσε να προσθέσει κάποιες αισιόδοξες νότες στο σκοτεινό περιβάλλον της ανάπτυξης, αν δεν ήταν η κυρίαρχη συνέπεια της μείωσης της εσωτερικής κατανάλωσης.
Γ. Ανεργία
Η ανεργία έφτασε στο αδιανόητο ύψος του 26% του ενεργού πληθυσμού, αμέσως μετά την επιβολή των Μνημονίων. Η κάποια πρόσφατη μείωσή της στη συνέχεια, οφείλεται σε σημαντικό βαθμό:
-πρώτον, στην αθρόα μετανάστευση νέων, ως επί το πλείστον μορφωμένων που εγκατέλειψαν και συνεχίζουν να εγκαταλείπουν την Ελλάδα, αυτά τα μνημονιακά χρόνια, προς αναζήτηση καλύτερης τύχης στο εξωτερικό, αλλά και
-δεύτερον στη διόγκωση του ποσοστού της μακροχρόνιας ανεργίας, που μετά από κάποιο χρόνο παύει να αναζητά απασχόληση,και
-τρίτον, στην αύξηση της παραοικονομίας.
Σχετικά πάντοτε με τον πληθυσμό μας, είναι καλύτερα να μη σκεπτόμαστε πού μας οδηγούν τα ανοικτά σύνορα και η λαθρομετανάστευση, για την οποίαν δεν καταφέρνουμε, ή ορθότερα δεν μας επιτρέπουν, να βρούμε λύση.
Δ. Κοινωνικές
Τα Μνημόνια, εξάλλου, επέφεραν φτωχοποίηση, καθώς και κοινωνική εξαθλίωση
Σύμφωνα με στοιχεία της Eurostat, 7 στους 10 πολίτες στην Ελλάδα αισθάνονται φτωχοί. Η Ελλάδα, εξάλλου, εμφανίζει διαχρονική επιδείνωση του μορφωτικού της επιπέδου, στην παγκόσμια έρευνα της ΠΙΖΑ. Έχει το υψηλότερο ποσοστό ατόμων με χαμηλό μορφωτικό επίπεδο στην Ε.Ε. (81,6%) (δηλαδή μόνο με απολυτήριο Γυμνασίου), που θεωρούνται φτωχά. Λιγότερο από ένας στους τρεις Ευρωπαίους με χαμηλό μορφωτικό επίπεδο θεωρείται υποκειμενικά φτωχός το 2022, έναντι τεσσάρων στους πέντε Έλληνες. Η κατάσταση της δημόσιας υγείας είναι, ως γνωστόν, αυτόχρημα απελπιστική. Κι ακόμη, πρόσφατη έρευνα δείχνει ότι οι αυτοκτονίες στην Ελλάδα, ανά 100.000 κατοίκους, αυξάνουν ανησυχητικά, μετά το 2019, ενώ εμφανίζουν πτώση στην υπόλοιπη Ευρώπη. Εξάλλου, οι Έλληνες εμφανίζονται ως οι τρίτοι αγχωτικοί στην Ευρώπη, με πρώτους όσους ζουν στα κατεχόμενα της Κύπρου και στη Μάλτα.
Ε. Δυνητική ανάπτυξη
Να περάσουμε και στη δυνητική ανάπτυξη και να δούμε πως επηρεάστηκε από τα Μνημόνια.
Εκτός από τα εμφανή και αναμφισβήτητα αποτελέσματα της οικονομικής καταστροφής, υπάρχουν και αυτά που αναφέρονται στην ανάπτυξη, που θα μπορούσαμε να επιτύχουμε κάτω από βελτιωμένες συνθήκες.
Η κατάσταση αυτής της ανάπτυξης είναι τόσο καταστρεπτική, ώστε φράζει το δρόμο για καλύτερες ημέρες στο μέλλον:
Να αρχίσω με τον πληθυσμό μας, ο οποίος, λόγω της αθρόας μετανάστευσης νέων, της υπογεννητικότητας και των κορυφούμενων εκτρώσεων η Ελλάδα εμφανίζεται ως χώρα με τον γηραιότερο πληθυσμό της ΕΕ.
Το 2060 εκτιμάται ότι το 30% του πληθυσμού της θα είναι πάνω από 65 ετών, έναντι 14% σήμερα.
Η κρίση χρέους έχει ήδη συμβάλλει στην κατά 3% μείωση του πληθυσμού.
Εξάλλου, σύμφωνα με εμπειρικές μελέτες, που έλαβαν χώρα στην Αμερική, εκτιμάται ότι η αύξηση κατά 10% του τμήματος εκείνου του πληθυσμού, που υπερβαίνει το 60ό έτος ηλικίας, έχει ως συνέπεια τη μείωση της κατά κεφαλήν ανάπτυξης κατά 5.5%.
Να συνεχίσω με τις δυσμενέστατες συνέπειες, που ασκεί στη δυνητική ανάπτυξη μιας χώρας,
-η μη συντήρηση και μη ανανέωση των παραγωγικών εγκαταστάσεων, όπως συμβαίνει στη μνημονιακή Ελλάδα,
-η εγκατάλειψη των έργων υποδομής,
-η επιδείνωση της δημόσιας υγείας και εκπαίδευσης,
– η διατήρηση απαισιόδοξων προβλέψεων καταναλωτών και επιχειρηματιών,
– και πάνω από όλα το αποτρόπαιο ξεπούλημα της δημόσιας περιουσίας, επίγειας, υπόγειας, υποθαλάσσιας.
Από πού λοιπόν να ελπίζει κανείς σημαντική ανάπτυξη; Άλλωστε, και τα δύο χρόνια που είχαμε θετικό πρόσημο ανάπτυξης, αυτό ήταν κολλημένο γύρω στο 1%.
Όπως ακριβώς προβλέπει το ΔΝΤ, για την Ελλάδα, ως και το 2060-ανάπτυξη γύρω στο 1%.
Το χρέος, λοιπόν, που άρχισε ως ήπιο και απολύτως βιώσιμο, έχει καταστεί θηριώδες , παρότι οι αρμόδιοι εντός και εκτός ψελλίζουν ότι δήθεν είναι μεσοπρόθεσμα βιώσιμο (τι ακριβώς, σημαίνει;).
Η πραγματικότητα είναι ότι δεν είναι αντιμετωπίσιμο στον αιώνα τον άπαντα! Διότι, η ανεξαρτησία μας θα επανέλθει μόνον αφού ξεπληρώσουμε το 85% του χρέους μας.
Να μην ξεχνάμε ακόμη ότι τα μνημόνια δεν επέτρεψαν, επί 11 τουλάχιστον χρόνια, την αμυντική θωράκιση της χώρας, και ενθάρρυναν τα παραμύθια περί γαλάζιας πατρίδας και όλα τα θλιβερά της επακόλουθα, στο Αιγαίο, στην Κύπρο, αλλά και στη Θράκη.
ΣΤ. Η θέση μας στην ΕΕ
Και, αναφορικά, με τη θέση της Ελλάδας στην Ευρώπη, η εικόνα απόγνωσης συμπληρώνεται από την κατρακύλα της διεθνούς θέσης μας. Πριν από τα μνημόνια η Ελλάδα κατείχε την 14η θέση, μεταξύ των οικονομιών της ΕΕ, και το κατά κεφαλήν εισόδημά της αντιπροσώπευε το 84,3% του μέσου ευρωπαϊκού. Σήμερα, το ελληνικό ΑΕΠ αντιπροσωπεύει μόνο το 66,4 του μέσου ευρωπαϊκού, και βρίσκεται στο τελευταίο σκαλοπάτι, έχοντας μας ξεπεράσει, ακόμη, και η Βουλγαρία.
Και διηγώντας τα να κλαις. Σαφώς δεν είμαστε για θριαμβολογίες και όσοι το επιχειρούν βυθίζουν την Ελλάδα ακόμη πιο βαθιά στην καταπακτή. Αντιθέτως, πρέπει να συνειδητοποιήσουμε την οικτρή θέση στην οποία έχουμε περιέλθει, γιατί μόνο τότε θα αντιδράσουμε
Αυτή η κατακόρυφη φτωχοποίηση της Ελλάδας, που δεν απαντιέται ούτε σε περίοδο πολέμου, συνδυάστηκε και με θηριώδη ανεργία, που οφείλεται ολοκληρωτικά στο άθλιο πρόγραμμα των Μνημονίων.
Όπως προκύπτει από τα παραπάνω, η Ελλάδα βρίσκεται σε μόνιμη κατάσταση ιδιότυπης δουλείας, είναι έρμαιο ξένων συμφερόντων, δεν έχει ελπίδα βελτίωσης από πουθενά και οδεύει στην καταστροφή.
Με αυτές τις συνθήκες ποιος μπορεί με σοβαρότητα να υποστηρίξει ότι «τα μνημόνια μας έσωσαν»;
ΜΠΟΡΟΥΜΕ ΝΑ ΣΩΘΟΥΜΕ;
Το πρόβλημα της Ελλάδας, κατά τουλάχιστον 80%, οφείλεται στο γεγονός ότι λειτουργούμε με βάση ουτοπίες, που μας εμποδίζουν να αξιοποιήσουμε τις δικές μας δυνάμεις. Βαυκαλιζόμαστε ότι μας στηρίζουν οι εταίροι στην ΕΕ και οι σύμμαχοί μας, ότι ανήκουμε στη Δύση, ότι αν κινδυνέψουμε θα σπεύσουν να μας σώσουν, ότι νοιάζονται οι ξένοι για το καλό μας. Αρνούμαστε, έτσι, να λειτουργήσουμε αυτόνομα, δεν διαθέτουμε εναλλακτικά σχέδια, για την περίπτωση που αυτά που μας υποβάλλουν οι εταίροι μας εξελιχθούν άσχημα, προσφέρουμε αδίστακτα όλα όσα απαιτούν από εμάς, και έτσι φτάσαμε στο χείλος του γκρεμού. Ανάμεσα και σε πλήθος άλλων, να μας χρωστά η Γερμανία το κατοχικό δάνειο και τις πολεμικές αποζημιώσεις, που υπερβαίνουν το ποσό του δικού μας χρέους, και να μην απαιτούμε συμψηφισμό. Να βγαίνει η ΕΕ και το ΔΝΤ και να δηλώνουν, ούτε λίγο ούτε πολύ, ότι για να σωθούν οι ευρωπαϊκές τράπεζες θυσίασαν την Ελλάδα, και να μην απαιτούμε αποζημίωση. Να μας ζητούν οι εταίροι να υπονομεύσουμε το σύνολο της δημόσιας περιουσίας, για το χρέος και να υποκύπτουμε πειθήνια στην επιθυμία τους. Να μας έχουν μεταβάλλει, με το μεταναστευτικό, σε αποθήκη ψυχών, ενόσω το σύνολο των υπολοίπων ευρωπαϊκών οικονομιών έχουν βρεί τρόπους προστασίας των συνόρων τους, και εμείς να κόβουμε το λαιμό μας για να συμμορφωθούμε με τις επιθυμίες των εταίρων μας. Η Ελλάδα αργοσβήνει, και θα χαθεί, αν δεν αποφασίσει να σταθεί στα πόδια της. Αλλά, και η ΕΕ πηγαίνει άσχημα και, ασφαλώς, πληρώνει και θα πληρώσει το τίμημα των αρνητικών σημείων της πολιτικής της.
Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *